Επανεπίσκεψη: John Felstiner, Paul Celan: Poet, Survivor, Jew

John Felstiner, Paul Celan: Poet, Survivor, Jew
New Haven and London: Yale University Press, 1995.
Ποίηση 11, Άνοιξη-Καλοκαίρι 1998.

Cherry tree, Lasithi, Crete.

Με το αξιοθαύμαστο βιβλίο του ο John Felstiner μας βοηθά να ξαναδιαβάσουμε την ποίηση του Paul Celan με οικειότητα και νηφαλιότητα, οι οποίες κατά τρόπο παράδοξο, θα μπορούσε να πει κανείς, επιτρέπουν ευκρινέστερα, δηλαδή πιο βασανιστικά, στην τραγωδία που υποβαθρώνει τις λέξεις να μας βρει κατάκαρδα. Τούτο ο Felstiner το πετυχαίνει αφ’ ενός με τις πολυειδείς γνώσεις με τις οποίες πλησιάζει τα ποιήματα και τις πηγές / πληγές που τα ενέπνευσαν, αφ’ ετέρου με τη δεξιοτεχνία και την πειστικότητα με τις οποίες ερμηνεύει και μεταφράζει την τόσο απαιτητική ποίηση του Τσέλαν.

Η άνετη χρήση του συνδυασμού αυτού είναι για παράδειγμα, φανερή στον τρόπο με τον οποίο ο Felstinerκαταφεύγει στα καίρια βιογραφικά δεδομένα για να σχολιάσει και να διευρύνει στροφές και στίχους που είτε θεωρούσαμε αινιγματικούς είτε αποδεχόμασταν σε μονοδιάστατη εκδοχή τους. Δεν έχουμε, οπωσδήποτε, να κάνουμε με μια βιογραφία που προσπαθεί να ανιχνεύσει και να εξαντλήσει κάθε πλευρά της ζωής του ποιητή (ένα πρόσφατο παράδειγμα της περίπτωσης αυτής αποτελεί η συναρπαστική βιογραφία του Beckett από τον James Knowlson), αλλά με μια λεπτομερή ανάλυση του ποιητικού επιτεύγματος μέσω του επιλεγμένου με μεγάλη φροντίδα βιογραφικού υλικού. Όσο κι αν το βάρος δίνεται στην ποίηση του Τσέλαν, η αξεπέραστη δύναμή της και η σπάνια ομορφιά της ουδέποτε θα μπορούσαν να επηρεάσουν λυτρωτικά τη βιοτή του ποιητή, να υπερβούν το σκοτάδι των όρων που τις γέννησαν. Όσο υπέροχα κι αν είναι τα γερμανικά του Τσέλαν, η μητρική του γλώσσα, θα παραμένουν πάντα η γλώσσα των εκτελεστών της μητέρας του. Και ο τρόπος με τον οποίο τερμάτισε τη ζωή του δίνει άφευκτα στη ζωή αυτή και τα συστατικά της τον κυρίαρχο ρόλο.

Σίγουρα ο Adorno θα είχε ως ένα πολύ ουσιαστικό σημείο δίκιο αν είχε απλώς ισχυριστεί ότι «το να γράψεις ένα ποίημα μετά το Άουσβιτς είναι αδύνατο». Ο Τσέλαν δεν θα διαφωνούσε ίσως μαζί του. Θα μπορούσε μάλιστα να προσθέσει ότι ακριβώς μ’ αυτό το «αδύνατο» καταπιάστηκε, αυτό προσπάθησε να συλλάβει και να αποδώσει. Η λέξη, ωστόσο, που ο Αντόρνο χρησιμοποίησε είναι «βάρβαρο». Αυτή προεκβάλλει και προκαλεί, ασχέτως αν ο Αντόρνο συνέχισε τον συλλογισμό του με τρόπο που μας επιτρέπει, αν θέλουμε, να καταλήξουμε στο ότι η αδυνατότητα να γραφτεί ποίηση μετά το Άουσβιτς δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της βαρβαρότητας αυτή, αλλά και το αίτιο που την προκαλεί. Η λέξη αυτή, «βάρβαρο», λύπησε πολύ τον Τσέλαν, καθώς θεωρήθηκε ότι αφορμή για την αρνητική κρίση του Αντόρνο στάθηκε το ποίημα «Φούγκα του Θανάτου». (Ο Felstiner μας πληροφορεί ότι ο Αντόρνο «μάλλον δεν γνώριζε το ποίημα του Τσέλαν», όταν το 1955 εξέφρασε την «επίκρισή» του). Το 1961 ο Αντόρνο επανήλθε στο θέμα και ξεκαθάρισε ότι δεν επιθυμούσε να τροποποιήσει τον αρχικό του αποφατικό ισχυρισμό: «Δεν θα ήθελα να μετριάσω τη δήλωσή μου ότι το να συνεχίζεις να γράφεις ποίηση μετά το Άουσβιτς είναι βάρβαρο».

Μερικά χρόνια αργότερα τελικά, το 1966 συγκεκριμένα, ο Αντόρνο, ο οποίος θεωρούσε τον Τσέλαν «τον μόνο αυθεντικό μεταπολεμικό συγγραφέα που θα μπορούσε να συγκριθεί με τον Samuel Beckett», «ανακάλεσε» τα δυσμενή λόγια του. Μεταφράζω την ανάκλησή του από τη μετάφραση του Felstiner: «Η διαρκής δυστυχία έχει τόσο δικαίωμα έκφρασης όσο δικαίωμα κραυγής έχουν αυτοί που υπόκεινται σε βασανιστήρια […] ως εκ τούτου ήταν ίσως λάθος ο ισχυρισμός ότι κανένα ποίημα δεν θα μπορούσε να γραφτεί μετά το Άουσβιτς». 

Είναι πια επιβεβαιωμένο, και το βιβλίο του Felstiner δίνει ακόμη μεγαλύτερο κύρος στην επιβεβαίωση αυτή, ότι κανένας άλλος ποιητής εκτός από τον Τσέλαν δεν θα μπορούσε μέσα από την ποίηση να πλησιάσει την καρδιά του τέρατος, τη πηγή του σκότους, τους «δολοφόνους του Άουσβιτς». Επιπλέον η σχέση του Τσέλαν με το ανεξήγητο κακό, η προσπάθειά του να το αποδώσει λυρικά χωρίς να το προδώσει, πράγμα που εδώ σημαίνει χωρίς να προδώσει αυτούς που χάθηκαν, τον εαυτό του τον ίδιο και αυτούς που τον διαβάζουν, είναι αδιαπέραστα συνυφασμένη με την απελπισία που συσσώρευσε μέσα του ο ακατανόητος, ο αβάσταχτος χαμός της μητέρας του. Ο Felstiner επανέρχεται συχνά στα ποιήματα που έχουν ως φανερό ή καλυμμένο θέμα τους τη μητέρα του ποιητή. Οι διαστάσεις που παίρνει η έννοια μητέρα στην ποίηση του Τσέλαν είναι αδύνατο να καταγραφούν πλήρως. Η μητέρα είναι το απτό πάν, η απεραντοσύνη του απείρου, ο λόγος ύπαρξης, αυτό που επιτρέπει την υποδοχή του κόσμου και την γενναιόδωρη στάση προς τον κόσμο, η κατάφαση του κόσμου, η απώθηση της άρνησης, η αγάπη. Η μητρική γλώσσα αδιαχώριστη από τον συμπαγή θάνατο. Θάνατος που δεν αποκρίνεται, που έχει γυρίσει για πάντα την πλάτη, απορροφημένος από την ίδια του την απροσπέλαστη πληρότητα.

Θάνατος όπως τον αντικρίζει ο Τσέλαν ως εβραίος ποιητής. Όχι μόνο «θεματικά», αλλά και «πνευματικά», διευκρινίζει ο ίδιος. Ο Εβραϊσμός ως ανθρωπιά. Κατά τον Levinas ο Ιουδαϊσμός αποτελεί «ουσιαστική ιδιότητα κάθε ανθρώπινου στοιχείου». Ο Blanchot, με λόγια που θυμίζουν τον Λεβινάς, γράφει: «Ήταν ξεκάθαρο ότι οι ναζιστικές διώξεις […] μας έκαναν να αισθανθούμε ότι οι Εβραίοι ήταν αδέλφια μας και ότι ο Ιουδαϊσμός ήταν κάτι περισσότερο από κουλτούρα, κάτι περισσότερο κι από θρησκεία, επειδή ήταν η βάση της σχέσης μας προς τους άλλους». Το δώρο του Τσέλαν είναι η ποίησή του. Την ευθύνη του προς τον άλλο την έχει επενδύσει στη δύναμη της ποίησης αυτής.

Το βιβλίο του Felstiner δεν περιορίζεται στη μελέτη του Τσέλαν ως ποιητή, ως επιζήσαντος και ως Εβραίου. Μας δίνει και μια εμπεριστατωμένη εικόνα της μεταφραστικής παραγωγής του, η οποία ήταν και πολύπλευρη και σημαντική. Ο Felstiner, ο οποίος προσφέρει ο ίδιος μεταφράσεις στα αγγλικά ποιημάτων του Τσέλαν και με ακρίβεια αναφέρεται στις δυσκολίες που αντιμετώπισε, περιγράφει πως ο ποιητής έκανε επιλογές που εξαιτίας των γλωσσικών κινδύνων που κρύβουν απαιτούν μεγάλη αποφασιστικότητα και τόλμη. Ανάμεσα στους συγγραφείς που ο Τσέλαν μετάφρασε συμπεριλαμβάνονται οι Shakespeare, Μάντελσταμ, Cocteau, Apollinaire, Picasso, Simenon, René Char, Desnos, Artaud,Mallarmé, Emily Dickinson. Μετάφρασε από τα γαλλικά, ρουμανικά, ρωσικά, πορτογαλικά, ιταλικά, αγγλικά, εβραϊκά. «Στράφηκα και εδώ με όλη μου την ύπαρξη προς τη γλώσσα», γράφει σε κάποιο γράμμα του σχετικά με τη μεταφραστική του εργασία. «Ως μεταφραστής», παρατηρεί ο Felstiner, «[ο Τσέλαν] εκλέπτυνε και επαναπροσδιόρισε τις δυνατότητες μιας λυρικής φωνής στη γερμανική γλώσσα».

Ο Felstiner, ο οποίος χειρίζεται με ευτυχή ευελιξία και τη λογοτεχνική και τη φιλολογική γλώσσα, πείθει από την πρώτη στιγμή για την αναγκαιότητα της μετάφρασης της ποίησης του Τσέλαν. Δείχνει επίσης ότι η φιλολογία μπορεί ναι είναι διεισδυτική και συγχρόνως διακριτική. Ο Τσέλαν δεν ήθελε να θεωρείται «ερμητικός» ποιητής «επειδή», γράφει ο Felstiner, «αν η ποίησή του αντιμετωπιζόταν ως μαγικά αποκλεισμένη από την κατανόηση, αυτό θα απάλλασσε τους αναγνώστες της από ευθύνη». Την ευθύνη αυτή τη δείχνει ο Felstiner, όταν δίχως να απλοποιεί τον Τσέλαν κάνει προσιτή τη λεπτότατη και απόμακρη αισθητική του ποιητή, και μας βοηθά στην αναγωγή του προσωπικού συγκλονισμού σε οικουμενικό ρίγος.

Βασίλης Παπαγεωργίου