
Το 1952, εικοσιενός ετών τότε, ο Τούμας Τράνστρεμερ γράφει σ’ έναν φίλο του ότι αναζητεί μια λογοτεχνία στην οποία η άνεση «απορρέει από την αυστηρότητα, η ελευθερία από αυτό που πέρασε μεσ’ από την τρύπα της βελόνας». Δύο χρόνια αργότερα δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή, 17 ποιήματα. Ένα λιγοσέλιδο βιβλίο με μικρά και μεγάλα ποιήματα, στο οποίο κατορθώνει να εφαρμόσει την ποιητική του αισθητική. Το βιβλίο παίρνει εξαιρετικές κριτικές και ο Τράνστρεμερ αναγνωρίζεται ως μια από τις σημαντικότερες ποιητικές φωνές στη Σουηδία. Πρόκειται για φαινόμενο εξαιρετικό παγκοσμίως, να καθιερώνεται κανείς πολύ νέος με το πρώτο του βιβλίο. Από τότε αυτό που θαυμάζουν οι αναγνώστες του ποιητή είναι το πώς μεγάλα θέματα που αφορούν τον άνθρωπο εν μέσω του κόσμου, την ύπαρξή του και την ιστορία του, αποδίδονται με ολιγόλογη ακρίβεια και μεγάλη φυσικότητα, η οποία όμως δεν τον εμποδίζει να είναι συγχρόνως ένας αριστοτέχνης παρομοιώσεων, μεταφορών και πυκνών συλλογισμών.
Το αποτέλεσμα αυτής της άσκησης στη λυρική άνεση που ωστόσο προέρχεται από την εξεταστική ενατένιση του ύψους και του βάθους της ζωής που ξεπερνά τον άνθρωπο, το βρίσκομαι και στα δέκα πρώιμα ποιήματα που ο Τράνστρεμερ δημοσίευσε σε περιοδικά, αλλά δεν θέλησε να συμπεριλάβει σε καμιά από τις συλλογές του. Παρουσιάζουμε ένα από αυτά εδώ για πρώτη φορά στα Ελληνικά:
τα μπλε πουλάρια της παγωνιάς
διαφαίνονται στην ομίχλη
βρίσκουν εκεί μια σπηλιά
όπου φυλάσσεται ένας νεκρός
ο μύλος κελαρύζει αργά
ο τροχός ποτέ δεν σταματά
τα χέρια του νεκρού λάμπουν
από πάνω τρέχουν οι καιροί
(Πάσχα)
Πρωτοδημοσιεύτηκε το 1949 στην εφημερίδα του γυμνασίου του ποιητή. Είναι ο καιρός που στο σχολείο μελετά λατινική γλώσσα και λογοτεχνία, θαυμάζει την «ακρίβεια των στίχων» του Οράτιου, που τον θεωρεί «σύγχρονο ποιητή», μέσω αυτού ανακαλύπτει τη σαπφική και αλκαϊκή στροφή, και αρχίζει να γράφει τη «δική» του «μοντερνιστική ποίηση», όπως αφηγείται ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό κείμενο Οι μνήμες με βλέπουν (στα Ελληνικά στη Νέα Εστία το 2012 και στις εκδόσεις Σαιξπηρικόν το 2014).
Στο παρατιθέμενο ποίημα αναγνωρίζουμε δυο σημαντικές πλευρές της ποίησης του Τράνστρεμερ. Την αλληλεπίδραση της κλειστής μορφής (η μοντερνιστική αδιαφορία για τη στίξη αντισταθμίζεται από το τροχαϊκό τρίμετρο του πρωτότυπου, το οποίο δεν μπορεί να αποδοθεί επιτυχώς στη μετάφραση) και του ανοιχτού περιεχομένου, καθώς και της πυκνής απεικόνισης και της ανοιχτής πλοκής. Τις αντιστικτικές αυτές εναρμονίσεις τις συναντάμε και στα κατοπινά σαπφικά ποιήματά του, όπως και στα ποιήματα που έγραψε μετά το εγκεφαλικό επεισόδιο, το οποίο περιόρισε τις κινήσεις του και αφάνισε παντελώς σχεδόν τη φωνή του. Η αφασική συνδιαλλαγή του με τον κόσμο μας έδωσε μια σειρά νηφάλιων χαϊκού που ενσωματώνουν αυτό το παράδοξο παιχνίδι ανάμεσα στην επακριβή πυκνότητα της μορφής και την άνετη διασπορά των νοημάτων, ανάμεσα στην άνεση της λυρικής ροής και στην αυστηρότητα των διαπιστώσεων.
Θεωρώ ωστόσο την ανοιχτότητα την πιο σημαντική διάσταση της ποίησης του νομπελίστα ποιητή. Δεν πρόκειται απλώς για μια στοχαστική στάση εν μέσω του ανοιχτού κόσμου. Πρόκειται προπάντων για μια ανοιχτή στόχαση, η οποία δεν προϋποθέτει, δεν έχει ανάγκη από μια οντολογικά εξηγητή μεταφυσική. Επιπλέον πρόκειται για μια καταφατική στόχαση και στάση στον κόσμο. Για έναν λυρικό λόγο χωρίς την περιοριστική, αυταρχική διάσταση του λόγου, για μια προ-οντολογική, προ-σωκρατική συνεύρεση με τον κόσμο. Δεν είναι έτσι παράξενο που η τελευταία του ποιητική συλλογή, βγαλμένη μέσα από την απύθμενη αφωνία την οποία βίωνε χρόνια, έχει τίτλο Το μεγάλο αίνιγμα (2004). Παρέμεινε έτσι συνεπής σε αυτό που είχε διαπιστώσει όταν ακόμη ήταν μικρό παιδί: «Διέτρεχα ένα μεγάλο μυστήριο», αφηγείται στο Οι μνήμες με βλέπουν, «Έμαθα ότι η γη ζούσε, ότι υπήρχε ένας απεριόριστα μεγάλος κόσμος πάνω στη γη και πάνω από τη γη που ζούσε τη δικιά του πλούσια ζωή δίχως στιγμή να νοιάζεται για μας».
Ο μεταφραστής της ποίησης του Τράνστρεμερ έρχεται εξαρχής αντιμέτωπος με το μυστήριο το οποίο η ποίηση αυτή εκφράζει, δίχως όμως να παραλύει. Αντίθετα είναι άνετη δουλειά η μετάφρασή της. Δεν υπάρχουν γλωσσικά προβλήματα ή νοηματικές ασάφειες. Είναι μια ποίηση που σου επιτρέπει να την απολαμβάνεις, να συνομιλείς μαζί της, που δέχεσαι να σε διευρύνει την ίδια στιγμή που τη μεταφέρεις σε άλλη γλώσσα. Στο μικρό πρώιμο ποίημα που μεταφράζουμε εδώ η τελευταία λέξη θα μπορούσε αντί για «καιροί» να είναι «άνεμοι». Αποδεχόμενος όμως την ανοιχτότητα του κόσμου στην ποίηση του Τράνστρεμερ βρίσκω ότι η λέξη «καιροί» την εκφράζει καλύτερα. Επιπλέον, στα Ελληνικά, η λέξη ευρύνεται ακόμη περισσότερο, καθώς πέρα από τα καιρικά φαινόμενα περιλαμβάνει και τα ιστορικά, τα πολιτικά, τα υπαρξιακά και τόσα άλλα, τη ροή του χρόνου του ίδιου. Όπως όλη του η ποίηση. Το αίνιγμα του κόσμου προηγείται και υπερβαίνει κάθε προσπάθεια περιορισμού της ροής αυτής σε κατάλληλη ή σωστή στιγμή.
Βασίλης Παπαγεωργίου
You must be logged in to post a comment.